(1η του Οκτωβρίου του 331 π. Χ.)
Υπό Γεωργίου – Μιχαήλ Δ. Καραχάλιου.
Στις αρχές της άνοιξης του 331 π. Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος ξεκίνησε με όλο το στρατό του από την παραλία της Φοινίκης προς την ασιατική ενδοχώρα. Μετά από κοπιαστική πορεία αρκετών μηνών βρέθηκε τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, στην Αδιαβηνή, την μεγαλύτερη από τις επαρχίες της Ασσυρίας. Η Αδιαβηνή βρισκόταν στην βόρεια περιοχή της χώρας και την διέσχιζε ο ποταμός Λύκος, περιελάμβανε δε τις πόλεις Άρβηλα, που ήταν και η πρωτεύουσα της επαρχίας, και τα Γαυγάμηλα ( Στράβωνος Γεωγραφικά. ΙΣΤ, 745 ). Τα Γαυγάμηλα βρίσκονται κοντά στον ποταμό Τίγρη, στο βόρειο Ιράκ, και σήμερα ονομάζονται Ερμπίλ. Στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων ο Μέγας Αλέξανδρος αντιμετώπισε τις ήδη παρασκευασμένες και παρατεταγμένες κολοσσιαίες δυνάμεις του Δαρείου Γ΄ του Κοδομανού.
Την φορά αυτή ο Μέγας Αλέξανδρος δεν πολεμούσε πλέον για την εκδίκηση των θεών της Ελλάδος και για την τιμωρία των βαρβάρων για όσα είχαν διαπράξει κατά την εισβολή τους στην Ελλάδα πριν από ενάμιση αιώνα, ούτε και για το πανελλήνιο όνειρο της απελευθέρωσης των υποδούλων Ελλήνων της Μικράς Ασίας και την κατάκτηση των εδαφών από τις ακτές της Μεσογείου μέχρι της γραμμής Σινώπης – Κιλικίας με σκοπό τον εποικισμό τους από Έλληνες, όπως προέτρεπε ο Ισοκράτης τον Φίλιππο: «ὅπου δ' Ἰάσων λόγῳ μόνον χρησάμενος οὕτως αὑτὸν ηὔξησεν, ποίαν τινὰ χρὴ προσδοκᾶν περὶ σοῦ γνώμην αὐτοὺς ἕξειν, ἢν ἔργῳ ταῦτα πράξῃς, καὶ μάλιστα μὲν πειραθῇς ὅλην τὴν βασιλείαν ἑλεῖν, εἰ δὲ μή, χώραν ὅτι πλείστην ἀφορίσασθαι καὶ διαλαβεῖν τὴν Ἀσίαν, ὡς λέγουσί τινες, ἀπὸ Κιλικίας μέχρι Σινώπης, πρὸς δὲ τούτοις κτίσαι πόλεις ἐπὶ τούτῳ τῷ τόπῳ, καὶ κατοικίσαι τοὺς νῦν πλανωμένους δι' ἔνδειαν τῶν καθ' ἡμέραν καὶ λυμαινομένους οἷς ἂν ἐντύχωσιν. οὓς εἰ μὴ παύσομεν ἀθροιζομένους βίον αὐτοῖς ἱκανὸν πορίσαντες, λήσουσιν ἡμᾶς τοσοῦτοι γενόμενοι τὸ πλῆθος, ὥστε μηδὲν ἧττον αὐτοὺς εἶναι φοβεροὺς τοῖς Ἕλλησιν ἢ τοῖς βαρβάροις: ὧν οὐδεμίαν ποιούμεθα πρόνοιαν, ἀλλ' ἀγνοοῦμεν κοινὸν φόβον καὶ κίνδυνον ἅπασιν ἡμῖν αὐξανόμενον. ἔστιν οὖν ἀνδρὸς μέγα φρονοῦντος καὶ φιλέλληνος καὶ ποῤῥωτέρω τῶν ἄλλων τῇ διανοίᾳ καθορῶντος, ἀποχρησάμενον τοῖς τοιούτοις πρὸς τοὺς βαρβάρους, καὶ χώραν ἀποτεμόμενον τοσαύτην ὅσην ὀλίγῳ πρότερον εἰρήκαμεν, ἀπαλλάξαι τε τοὺς ξενιτευομένους τῶν κακῶν ὧν αὐτοί τ' ἔχουσι καὶ τοῖς ἄλλοις παρέχουσι, καὶ πόλεις ἐξ αὐτῶν συστῆσαι, καὶ ταύταις ὁρίσαι τὴν Ἑλλάδα καὶ προβαλέσθαι πρὸ ἁπάντων ἡμῶν. ταῦτα γὰρ πράξας οὐ μόνον ἐκείνους εὐδαίμονας ποιήσεις, ἀλλὰ καὶ πάντας ἡμᾶς εἰς ἀσφάλειαν καταστήσεις. ἢν δ' οὖν τούτων διαμάρτῃς, ἀλλ' ἐκεῖνό γε ῥᾳδίως ποιήσεις, τὰς πόλεις τὰς τὴν Ἀσίαν κατοικούσας ἐλευθερώσεις» (Ισοκράτους Φίλιππος, 120 – 123). Όλα τα παραπάνω, τα οποία απέρρεαν από την απόφαση του συνεδρίου της Κορίνθου και τις εντολές του προς τον Στρατηγό – Αυτοκράτορα των Ελλήνων και απηχούσαν το πανελλήνιο αίσθημα της εποχής εκείνης, είχαν ήδη πραγματοποιηθεί, όπως και άλλα πολλά πέρα από αυτά. Η μάχη στα Γαυγάμηλα επρόκειτο να κρίνει αυτή την ίδια την κυριαρχία επί της Ασίας. Από την έκβαση της μάχης θα κρινόταν, αν ο Δαρείος θα παρέμενε Μέγας Βασιλεύς της Ασίας και ο Αλέξανδρος θα έφευγε ντροπιασμένος για να ζητήσει σωτηρία στις ακτές της Μεσογείου, αν δεν εξολοθρευόταν μαζί με το στρατό του επί του πεδίου της μάχης, ή θα συντριβόταν ολοσχερώς η Περσική Αυτοκρατορία και ο Αλέξανδρος θα γινόταν Μέγας Βασιλεύς και κυρίαρχος της Ασίας. Την μεγάλη σημασία της μάχης των Γαυγαμήλων όχι μόνον δεν παραγνώρισε ο Αλέξανδρος, αλλά διεκήρυξε απροκάλυπτα στην προσφώνησή του προς τους συμπολεμιστές του πριν την έναρξη της μάχης. Ο Αρριανός μας πληροφορεί ότι ο Αλέξανδρος είπε προς τους συμπολεμιστές του ότι δεν θα πολεμούσαν αυτή τη φορά για την Κοίλη Συρία ή την Φοινίκη, ούτε για την Αίγυπτο, αλλά για την κυριαρχία όλης της Ασίας: «ἐν τῇδε τῇ μάχῃ οὐχ ὑπὲρ Κοίλης Συρίας ἢ Φοινίκης, οὐδὲ ὑπὲρ Αἰγύπτου, ὡς πρόσθεν, μαχουμένους, ἀλλὰ ὑπὲρ τῆς ξυμπάσης Ἀσίας, οὕστινας χρὴ ἄρχειν, ἐν τῷ τότε κριθησόμενο» (Αρριανού Αλεξάνδρου ανάβασις, ΙΙΙ, 9,6).
Κατά τις κρίσιμες στιγμές πριν από την μάχη ο Αλέξανδρος εκδήλωσε για μια ακόμη φορά την βαθειά Ελληνική του συνείδηση και την πίστη του στις πανάρχαιες εθνικές παραδόσεις, όπως αυτές είχε αναπτύξει στο πνεύμα και την ψυχή του η ελληνική αγωγή που έλαβε από τους γονείς και τους διδασκάλους του. Ο Πλούταρχος, χρησιμοποιώντας ως πηγή τον Καλλισθένη, μας πληροφορεί ότι ο Αλέξανδρος, λίγο πριν τη μάχη, περιστοιχιζόταν από τους Θεσσαλούς και τους άλλους Έλληνες, οι οποίοι τον παρακινούσαν με φωνές να επιτεθεί στους βαρβάρους. Κρατώντας στο αριστερό του χέρι ένα δόρυ, με το δεξί του ικέτευε τους θεούς να τον βοηθήσουν, ανακράζοντας ότι, αν πραγματικά είναι γόνος του Διός, όφειλαν να σπεύσουν να υπερασπιστούν και να ενισχύσουν τους Έλληνες:
«Τότε δὲ τοῖς Θετταλοῖς πλεῖστα διαλεχθεὶς καὶ τοῖς ἄλλοις Ἕλλησιν, ὡς ἐπέῤῥωσαν αὐτὸν βοῶντες ἄγειν ἐπὶ τοὺς βαρβάρους, τὸ ξυστὸν εἰς τὴν ἀριστερὰν μεταλαβών, τῇ δεξιᾷ παρεκάλει τοὺς θεούς, ὡς Καλλισθένης φησίν, ἐπευχόμενος, εἴπερ ὄντως Διόθεν ἐστὶ γεγονώς, ἀμῦναι καὶ συνεπιῤῥῶσαι τοὺς Ἕλληνας» (Πλουτάρχου Αλέξανδρος, ΧΧΧΙΙΙ, 1).
Ο μάντις Αρίστανδρος, ο οποίος συνόδευε τα ελληνικά στρατεύματα από την αρχή της εκστρατείας, φορώντας λευκή χλαμύδα και χρυσό στεφάνη, έδειξε ένα αετό (το ιερό πτηνό του Διός) που πετώντας πάνω από το κεφάλι του Αλεξάνδρου κατευθύνθηκε προς τους αντιπάλους, αυτός ο οιωνός έδωσε περισσότερο θάρρος στην φάλαγγα των ιππέων και τους έδειξε ότι πρέπει να εφορμήσουν κατά των εχθρών. Ο Πλούταρχος για το σχετικό συμβάν μας λέει τα ακόλουθα: «ὁ δὲ μάντις Ἀρίστανδρος, χλανίδα λευκὴν ἔχων καὶ χρυσοῦν στέφανον, ἐπεδείκνυτο παριππεύων ἀετὸν ὑπὲρ κεφαλῆς Ἀλεξάνδρου συνεπαιωρούμενον καὶ κατευθύνοντα τὴν πτῆσιν ὄρθιον ἐπὶ τοὺς πολεμίους, ὥστε πολὺ μὲν θάρσος ἐγγενέσθαι τοῖς ὁρῶσιν, ἐκ δὲ τοῦ θαῤῥεῖν καὶ παρακαλεῖν ἀλλήλους δρόμῳ τοῖς ἱππεῦσιν ἱεμένοις ἐπὶ τοὺς πολεμίους ἐπικυμαίνειν τὴν φάλαγγα» ( Πλούταρχος, όπου παραπάνω, ΧΧΧΙΙΙ, 2).
Μετά το πέρας της μάχης, το περσικό κράτος καταλύθηκε οριστικά και ο ατυχήσας στην έκβαση της μάχης Δαρείος Γ΄ ο Κοδομανός τράπηκε σε άτακτη φυγή η οποία τελικά δεν έμελλε να του εξασφαλίσει την πολυπόθητη σωτηρία, αλλά να τον οδηγήσει κατευθείαν στον θάνατο και μάλιστα από το χέρι φίλου και υποτελούς, του σατράπη της Βακτριανής και Σογδιανής Βήσσου. Ο νικητής των Γαυγαμήλων Αλέξανδρος, ο βασιλεύς πλέον της Ασίας, κατά τον Πλούταρχο, τελεί μεγαλοπρεπείς ευχαριστήριες θυσίες στους Ολυμπίους Θεούς εκφράζοντας έτσι την ευγνωμοσύνη του για την υποστήριξή τους και τη βοήθεια προς τους Έλληνες για να συντρίψουν επί του πεδίου της μάχης των Γαυγαμήλων τον Πέρση δυνάστη και να κυριαρχήσουν επί της Ασίας, σηματοδοτώντας, κατ’ αυτό τον τρόπο, την έναρξη μιας νέας περιόδου για την παγκόσμια ιστορία, την γέννηση ενός νέου ελληνικού κόσμου. Από την πεδιάδα των Γαυγαμήλων εκείνο το δείλι της 1ης Οκτωβρίου του 331 π. Χ., καθώς έδυε ο φυσικός ήλιος καλύπτοντας με τις ακτίνες του το αιματοβαμμένο πεδίο της μάχης, ανέτελλε ο πνευματικός και ανέσπερος ήλιος του οικουμενικού ελληνισμού, «ένας ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας», όπως επιγραμματικά λέει ο Καβάφης, ένας κόσμος από τον οποίο ξεπήδησαν:
«οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ' οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας,
κ' οι εν Μηδία, κ' οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ως μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ως τους Ινδούς».
Για να ανταμείψει τους φίλους και συνεργούς της περίλαμπρης νίκης ο Αλέξανδρος τους γεμίζει πολύτιμα δώρα, μοιράζει σε όλους πλούτη, αξιώματα και ηγεμονίες. Κατά τις πανηγυρικές εκείνες στιγμές ο Αλέξανδρος δεν λησμονεί τους Έλληνες της μητροπολιτικής Ελλάδος, εξ’ ονόματος και κατ’ εντολή των οποίων ανέλαβε και έφερε σε αίσιο πέρας την εκστρατεία για την συντριβή των βαρβάρων της Ασίας. Επιθυμώντας να ευεργετήσει τους Πανέλληνες, σπεύδει να γράψει, να καταλυθούν όλες οι τυραννίδες και κάθε μια πόλη να κυβερνάται με τους δικούς της νόμους. Ιδιαιτέρως θυμάται τους Πλαταιείς, των οποίων η πόλη είχε καταστραφεί κατά τους φωκικούς πολέμους, και διατάζει την ανοικοδόμησή της, με την αιτιολογία ότι οι Πλαταιείς προσέφεραν τα εδάφη για τον αγώνα υπέρ της ελευθερίας όλων των Ελλήνων κατά την μάχη των Πλαταιών, όπου οι συνασπισμένες δυνάμεις των Ελλήνων υπό τον Σπαρτιάτη στρατηγό Παυσανία, τον υιό του Κλεομβρότου, νίκησαν τους Πέρσες και απάλλαξαν την μητροπολιτική Ελλάδα οριστικά από τον περσικό κίνδυνο το 479 π. Χ. Συγχρόνως στέλνει ο Αλέξανδρος μέρος των λαφύρων προς τους Κροτωνιάτες στην Ιταλία για να τιμήσει τον γενναίο Κροτωνιάτη αθλητή Φάϋλο, ο οποίος κατά τα Μηδικά, όταν οι Έλληνες της Ιταλίας αρνήθηκαν να βοηθήσουν τον αγώνα της μητροπολιτικής Ελλάδος κατά των Περσών, έσπευσε με δικό του πλοίο στην Σαλαμίνα και έλαβε μέρος στον νικηφόρο υπέρ της ελευθερίας αγώνα. Για όλα τα παραπάνω ο Πλούταρχος μας δίνει την ακόλουθη αναφορά: «Τοῦτο τῆς μάχης ἐκείνης λαβούσης τὸ πέρας, ἡ μὲν ἀρχὴ παντάπασιν ἡ Περσῶν ἐδόκει καταλελύσθαι, βασιλεὺς δὲ τῆς Ἀσίας Ἀλέξανδρος ἀνηγορευμένος, ἔθυε τοῖς θεοῖς μεγαλοπρεπῶς, καὶ τοῖς φίλοις ἐδωρεῖτο πλούτους καὶ οἴκους καὶ ἡγεμονίας. φιλοτιμούμενος δὲ πρὸς τοὺς Ἕλληνας, ἔγραψε τὰς τυραννίδας πάσας καταλυθῆναι καὶ πολιτεύειν αὐτονόμους, ἰδίᾳ δὲ Πλαταιεῦσι τὴν πόλιν ἀνοικοδομεῖν, ὅτι τὴν χώραν οἱ πατέρες αὐτῶν ἐναγωνίσασθαι τοῖς Ἕλλησιν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας παρέσχον. ἔπεμψε δὲ καὶ Κροτωνιάταις εἰς Ἰταλίαν μέρος τῶν λαφύρων, τὴν Φαΰλλου τοῦ ἀθλητοῦ τιμῶν προθυμίαν καὶ ἀρετήν, ὃς περὶ τὰ Μηδικά, τῶν ἄλλων Ἰταλιωτῶν ἀπεγνωκότων τοὺς Ἕλληνας, ἰδιόστολον ἔχων ναῦν ἔπλευσεν εἰς Σαλαμῖνα, τοῦ κινδύνου συμμεθέξων. οὕτω τις εὐμενὴς ἦν πρὸς ἅπασαν ἀρετὴν καὶ καλῶν ἔργων φύλαξ καὶ οἰκεῖος» ( Πλούταρχος, όπου παραπάνω, XXXIV, 1-2). Οι μετά την νίκη ενέργειες του Μεγάλου Αλεξάνδρου μαρτυρούν το υψηλό του ελληνικό εθνικό φρόνημα. Ο Αλέξανδρος, ως ηγέτης όλων των Ελλήνων και αφού συνέτριψε οριστικά τους Πέρσες, τιμά τους πρωτεργάτες αυτής της νίκης, τους Έλληνες της περιόδους των μηδικών πολέμων, οι οποίο με το θάρρος και το αίμα τους εξεδίωξαν από την Ευρώπη τους βαρβάρους και μετέφεραν οριστικά τον αγώνα στην Ασία. Αγώνα τον οποίο κέρδισαν με την υπερηφανή νίκη των Γαυγαμήλων υπό την ηγεσία του Στρατηγού -Αυτοκράτορος, εντολοδόχου των Πανελλήνων από το συνέδριο της Κορίνθου, ο οποίος και μετά την αναγόρευσή του σε Μέγα Βασιλέα της Ασίας παρέμεινε πιστός στο ελληνικό φρόνημα και τα ιδεώδη που είχε διδαχτεί από τους γονείς του και τους δασκάλους του και προμαχεί υπέρ της Ευρώπης στον αγώνα για την αποτροπή του ασιατικού βαρβαρικού κινδύνου.
Αθάνατος!
Αιωνία του η δόξα!