Powered By Blogger

Ετικέτες

Ελληνομνήμων

Το ιστολόγιο σπουδής ελληνικής ιστιρίας και αρχαιολογίας.

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Περί του απίθανου της ανάμειξης του Μιχαήλ Ψελλού στην συνομωσία κατά του Ρωμανού Δ’ Διογένη.

Η συστηματική ανασκευή ανόητων θεωριών συνομωσίας που θέλουν τον Μιχαήλ Ψελλό να πρωταγωνιστεί στην καθαίρεση και την τύφλωση του Ρωμανού Δ΄.


Υπό Γεωργίου – Μιχαήλ Δ. Καραχάλιου.


Η στενή σχέση του Ψελλού με τους Δούκες και η ιδιότητά του ως μοναχού κάνουν μερικούς να σκεφτούν ότι ίσως είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην συνομωσία κατά του Ρωμανού Δ’, την οποία οργάνωσε ο ίδιος εξ αρχής και πιθανώς να ήταν αναμεμειγμένος σε μια ισχυρή απόκρυφη ομάδα - με επαφές αντίστοιχα εσωτερικά ισλαμικά τάγματα - η οποία θεωρούσε πως το Ισλάμ εκπροσωπούσε τον αυθεντικό Μονοθεϊσμό και όχι η διαρκώς επηρεαζόμενη από τον “ειδωλολάτρη” Πάπα Ορθοδοξία. Λένε ότι σ’ αυτή την ιδεολογική τάση ανήκαν και όσοι ξεκίνησαν παλαιότερα την Εικονομαχία, αλλά και όσοι υποστήριξαν αργότερα το περίφημο «καλύτερα τουρκικό σαρίκι, παρά παπική τιάρα στο Βυζάντιο».

Όλα αυτά που αποδίδονται στον Ψελλό από τους ευφάνταστους κατηγόρους του είναι παντελώς ανακριβή.

Καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρει κεντρικό σχεδιασμό της συνομωσίας κατά του Ρωμανού από τον Ψελλό, ο οποίος στην χρονογραφία του για την μάχη του Ματζικιέρτ αναφέρει πολύ λίγα ( δεν ήταν παρόν, ήταν στην ασφάλεια της πρωτεύουσας ) και αποσιωπά την αποστασία του Ιωσήφ Τραχανιώτη και την φυγή του Ανδρονίκου Δούκα ( Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία II, 162 ). Για την καθαίρεση του Ρωμανού Δ’ αναφέρει ότι ο Μιχαήλ Ζ’ Δούκας του ζήτησε την νομική συμβουλή του και αυτός απάντησε ότι δεν πρέπει να γίνει ξανά δεκτός στο παλάτι ο Ρωμανός και ότι πρέπει να καθαιρεθεί και το σχετικό διάταγμα να κοινοποιηθεί σε όλη την επικράτεια ( Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία ΙΙ, 165 ). Τέλος, ο Ψελλός καταδικάζει την τύφλωση του Ρωμανού ( όπου παραπάνω, 171, 24 – 26 ).

Ανακριβής είναι ακόμη η υπόνοια ότι ο Ψελλός ανήκε σε κάποια αποκρυφιστική ομάδα. Ο Ψελλός αποκρυφιστής ήταν, αλλά μέλλος ομάδος δεν μπορούσε να ήταν. Οι αποκρυφιστικές του δοσοληψίες ίσως σχετίζονταν με το περιβάλλον την νεκρής από το 1050 αυτοκράτειρα Ζωή την Πορφυρογέννητη την σύζυγο του Κωνσταντίνου Θ’ Μονομάχου και το παλατιανό περιβάλλον, αλλά για ύπαρξη οργανωμένης ομάδας είναι απίθανο, δεν υπάρχουν πηγές. Ομοίως απίθανο είναι να ήταν σε επαφή ο Ψελλός ( προσωπικά ή ως μέλος κάποιας κίνησης διανοουμένων ) με κάποιο εσωτερικό ισλαμικό τάγμα, επειδή το Ισλάμ εκπροσωπούσε τον αυθεντικό μονοθεϊσμό. Ο αποκρυφισμός στον μουσουλμανικό κόσμο εισήλθε από την Περσία και είχε υποστεί την επιρροή του Ζωροαστρισμού και του Γνωστικισμού, συστημάτων υπονομευτικών προς τον μονοθεϊσμό και το Ισλάμ ( Δημήτριος Τσαούσης, Αι Μουσουλμανικαί Μυστικαί Εταιρείαι σ. 12 κ. εξ., Ελληνικόν Τυπογραφείον αδελφών Ράλλη, Καλκούτα 1892 ). Κατά την εποχή που εξετάζουμε ( περί το 1071 ) στην Αίγυπτο υπήρχε το κίνημα του Ισμαηλιτισμού, το οποίο όμως ήταν εχθρικό προς τους Σελτζούκους και Μανιχαϊστικού υποβάθρου, επομένως και υπονομευτικό προς τον μονοθεϊσμό ( Τσαούσης, όπου παραπάνω, σ. 54 ). Αλλά και το περιώνυμο τάγμα των Ασσασίνων ξεκίνησε την δράση του γύρω στο 1090 και ήταν εχθρικό προς τους Σελτζούκους Τούρκους. Αρχικά οι Ασσασίνοι στράφηκαν κατά του σουλτάνου Μαλίκ, διαδόχου του Αλπ Αρσλάν ( Τσαούσης, όπου παραπάνω, σ. 72 ). Αλλά και το γεγονός να παρασυρθεί ο ύπατος των φιλοσόφων Μιχαήλ Ψελλός σε τέτοιου είδους συνομωσίες λόγω της αφοσίωσής του στον μονοθεϊσμό είναι απίθανο. Όπως και να το κάνουμε ο ορθόδοξος θεολόγος και μοναχός Μιχαήλ Ψελλός ήταν σφόδρα συμπαθών προς τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Σε μια επιστολή του προς τον πατριάρχη Αντιοχείας ο Ψελλός γράφει : « Ίσως εγώ να είμαι Πλατωνικός, αλλά εσύ είσαι της Ευαγγελικής απλότητας (οπαδός)» ( Ψελλού, Scripta minora, 1, 433, ed. Ed. Kurtz, 1936 ). Και προς τον πατριάρχη Ιωάννη Ξιφιλίνο γράφει ο Ψελλός: «δικός μου ο Πλάτων, αγιότατε και σοφότατε, δικός μου, ω γη και ήλιε» ( Κ. Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τ. 5, σ. 444 ). Όσο για το ότι η Ορθοδοξία επηρεαζόταν από τον ειδωλολάτρη πάπα, αυτό είναι άνω ποταμών, τελείως ιστορικά αστήρικτο. Και οι επτά οικουμενικές σύνοδοι είναι γεννήματα της ελληνικής θεολογικής σκέψης, ειδικά δε η εβδόμη ( Νίκαια 787), που αποφάσισε την αναστήλωση των εικόνων ( την εικαστική περιγραφή του Θείου ) είναι αποκλειστικά γέννημα της ελληνικής Ανατολής και στην Δύση συνάντησε την αντίδραση της συνόδου της Φραγκφούρτης, η οποία συνήλθε υπό την προεδρία του Καρλομάγνου το 794 ( Βλασίου Ιω. Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Α’ σ. 792, 2η έκδοση, Αθήνα 1994 ). Αλλά ούτε και ο Πάπας μπορεί να χαρακτηριστεί ως ειδωλολάτρης. Προφανώς ο χαρακτηρισμός αυτός προέρχεται από την εκτεταμένη χρήση στις εκκλησίες των Δυτικών αγαλμάτων. Αυτή η χρήση με την πλαστικότητα των αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών αγαλμάτων γενικεύτηκε στην Δύση με την Αναγέννηση, κατά την οποία Έλληνες λόγιοι, πρόσφυγες από την τουρκοκρατούμενη Ανατολή, διέφυγαν στην Δύση και δίδαξαν την αρχαία ελληνική σοφία, τα γράμματα και τις τέχνες. Άρα παιδί της ελληνικής Ανατολής είναι η εκκλησιαστική αγαλματοποιία με την αρχαιοπρεπή πλαστικότητα της Δυτικής Εκκλησίας. Αλλά εδώ υπάρχει μια μικρή μεν, ουσιώδης δε, λεπτομέρεια. Στην ειδωλολατρικού πλαστικού χαρακτήρα ελληνικής προέλευσης εκκλησιαστική τέχνη της Δύσης υπάρχει και μια ιουδαϊκή καββαλιστική επίδραση. Στην περίφημη Capella Sixtina του Βατικανού η διάταξη των εικόνων και των αγαλμάτων έγινε από τον Μιχαήλ Άγγελο με βάση το καββαλιστικό Shemhamprhorash ( William John Megam, The Sistine Chapel, The Rose Croix Journal, Vol. 3, 2006 ).

Σχετικά με την πιθανή ύπαρξη ιδεολογικής σχέσης των εικονομάχων με τους ανεικονικούς Μουσουλμάνους η απάντηση είναι και εδώ κάθετα αρνητική. Την εικονομαχία την ξεκίνησε ο αυτοκράτωρ Λέων Γ’ ο Ίσαυρος, ο οποίος πολέμησε όσο λίγοι τους Άραβες, είναι λοιπόν αδύνατο να ταυτιστεί ιδεολογικά η θέση του εναντίον των εικόνων με τις δοξασίες του Κορανίου, οι οποίες αποτελούν την θρησκευτική βάση των ασπόνδων εχθρών της αυτοκρατορίας, των Αράβων ( Φειδάς, όπου παραπάνω, σ. 771 ). Τέλος η ύπαρξη φιλομουσουλμανικής ιδεολογικής σχέσης μεταξύ των εικονομάχων του 8ου αιώνα και εκείνων που έλεγαν τον 15ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη: «καλύτερα να δούμε στην καρδιά της Πόλης να βασιλεύει το σαρίκι των τουρκικό παρά σκούφος λατινικός» ( Δούκας, Βυζαντινοτουρκική Ιστορία, 329, 14 – 16, Bonnae 1834 ) είναι παντελώς απίθανη για δύο λόγους: Πρώτον, οι εικονομάχοι δεν ήταν φίλοι των Μουσουλμάνων, όπως ήδη δείξαμε, και δεύτερον, ουδείς εκ των Ελλήνων έλεγε τέτοιες ανοησίες κατά την τελευταία περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Την φράση αυτή την αποδίδει συκοφαντικά ο ιστορικός της άλωσης Δούκας στον μέγα δούκα, διερμηνευτή και «γαμβρόν του βασιλέως» Λουκά τον Νοταρά. Μόνο αυτός φέρεται να την είπε την φράση αυτή, αλλά ουδείς άλλος από τους ιστορικούς της άλωσης το βεβαιώνει. Ο Νοταράς πολέμησε κατά την άλωση και όταν τον συνέλαβε ο σουλτάνος δεν του είπε ότι έκανε προπαγανδιστικό αγώνα υπέρ των Τούρκων, αλλά του απάντησε σε ερώτησή του γιατί πολέμησαν, ότι ούτε αυτός, ούτε και ο βασιλιάς είχαν την δύναμη να παραδώσουν την πόλη ( Δούκας, όπου παραπάνω, 377 κ. εξ. ). Τέλος ο θάνατος του Νοταρά μαζί με τον γιο του και τον γαμπρό του ( Δούκας, όπου παραπάνω, 382 – 385 ) επιβεβαιώνει το ελληνικό του φρόνημα και χαρακτηρίζει τον ιστορικό Δούκα ως εμπαθή και συκοφάντη.